Definify.com

Definition 2024


κεντροαφρικανικός

κεντροαφρικανικός

Greek

Adjective

κεντροαφρικανικός (kentroafrikanikós) m (feminine κεντροαφρικανική, neuter κεντροαφρικανικό)

  1. central African

Declension

Derived terms