Definify.com

Definition 2024


Διεθνές_Νομισματικό_Ταμείο

Διεθνές Νομισματικό Ταμείο

Greek

Proper noun

Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (Diethnés Nomismatikó Tameío) n

  1. International Monetary Fund

Declension

see: διεθνής (diethnís), νομισματικός (nomismatikós) and ταμείο (tameío)

Synonyms

  • ΔΝΤ n (DNT, IMF) (initialism)