Definify.com

Definition 2024


φαλλικά

φαλλικά

Greek

Adjective

φαλλικά (falliká)

  1. Nominative neuter plural form of φαλλικός (fallikós).
  2. Accusative neuter plural form of φαλλικός (fallikós).
  3. Vocative neuter plural form of φαλλικός (fallikós).