Definify.com
Definition 2025
υπολογισμός
υπολογισμός
Greek
Noun
υπολογισμός • (ypologismós) m (plural υπολογισμοί)
Declension
declension of υπολογισμός
| singular | plural | |
|---|---|---|
| nominative | υπολογισμός | υπολογισμοί | 
| genitive | υπολογισμού | υπολογισμών | 
| accusative | υπολογισμό | υπολογισμούς | 
| vocative | υπολογισμέ | υπολογισμοί |