Definify.com

Definition 2024


παράγοντας

παράγοντας

Greek

Noun

παράγοντας (parágontas) m (plural παράγοντες)

  1. factor (that which contributes to a result)
    Ο ψυχολογικός παράγοντας παίζει σπουδαίο ρόλο στην προετοιμασία των αθλητών.
    The psychological factor plays an important part in the preparation of athletes.

Declension