Definify.com

Definition 2024


μητρική_κάρτα

μητρική κάρτα

Greek

Alternative forms

Noun

μητρική κάρτα (mitrikí kárta) f (plural μητρικές κάρτες)

  1. (computing) motherboard

Declension

see: μητρικός and κάρτα

External links