Definify.com

Definition 2024


μεμβράνες

μεμβράνες

Greek

Noun

μεμβράνες (memvránes) f

  1. Nominative plural form of μεμβράνη (memvráni).
  2. Accusative plural form of μεμβράνη (memvráni).
  3. Vocative plural form of μεμβράνη (memvráni).