Definify.com
Definition 2025
διαμαρτυρία
διαμαρτυρία
Greek
Noun
διαμαρτυρία • (diamartyría) f (plural διαμαρτυρίες)
- protest (formal objection)
- πορεία διαμαρτυρίας
- protest march
- πορεία διαμαρτυρίας
Declension
declension of διαμαρτυρία
| singular | plural | |
|---|---|---|
| nominative | διαμαρτυρία | διαμαρτυρίες |
| genitive | διαμαρτυρίας | διαμαρτυριών |
| accusative | διαμαρτυρία | διαμαρτυρίες |
| vocative | διαμαρτυρία | διαμαρτυρίες |