Definify.com
Definition 2025
γεωργοκτηνοτρόφος
γεωργοκτηνοτρόφος
Greek
Noun
γεωργοκτηνοτρόφος • (georgoktinotrófos) m (plural γεωργοκτηνοτρόφοι)
Declension
declension of γεωργοκτηνοτρόφος
| singular | plural | |
|---|---|---|
| nominative | γεωργοκτηνοτρόφος | γεωργοκτηνοτρόφοι |
| genitive | γεωργοκτηνοτρόφου | γεωργοκτηνοτρόφων |
| accusative | γεωργοκτηνοτρόφο | γεωργοκτηνοτρόφους |
| vocative | γεωργοκτηνοτρόφε | γεωργοκτηνοτρόφοι |
Coordinate terms
- see: γεωργία f (georgía, “agriculture”)