Definify.com

Definition 2024


γερμανικό_κλειδί

γερμανικό κλειδί

Greek

Noun

γερμανικό κλειδί (germanikó kleidí) n (plural γερμανικά κλειδιά)

  1. (open-ended) spanner (UK), wrench (US)

Related terms

External links