Definify.com

Definition 2024


αρκτικός_κύκλος

αρκτικός κύκλος

Greek

Noun

αρκτικός κύκλος (arktikós kýklos) m (uncountable)

  1. Arctic Circle (a line of latitude)

Declension

see: αρκτικός (arktikós) and κύκλος (kýklos)

Coordinate terms

External links