Definify.com

Definition 2024


αεροδυναμικό

αεροδυναμικό

Greek

Adjective

αεροδυναμικό (aerodynamikó)

  1. Accusative masculine singular form of αεροδυναμικός (aerodynamikós).
  2. Nominative neuter singular form of αεροδυναμικός (aerodynamikós).
  3. Accusative neuter singular form of αεροδυναμικός (aerodynamikós).
  4. Vocative neuter singular form of αεροδυναμικός (aerodynamikós).