Definify.com
Definition 2024
τηλεχειριστήριο
τηλεχειριστήριο
Greek
Noun
τηλεχειριστήριο • (tilecheiristírio) n (plural τηλεχειριστήρια)
Declension
declension of τηλεχειριστήριο
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | τηλεχειριστήριο | τηλεχειριστήρια |
genitive | τηλεχειριστήριου | τηλεχειριστήριων |
accusative | τηλεχειριστήριο | τηλεχειριστήρια |
vocative | τηλεχειριστήριο | τηλεχειριστήρια |
Synonyms
- τηλεκοντρόλ n (tilekontról)